Τρίτη 9 Ιουνίου 2020

Οι αλήθειες είναι πάντα δύο

Έτσι είναι. Δεν είναι ποτέ μία η αλήθεια. Η αλήθεια υπάρχει ως πραγματικότητα και ως αφήγηση. Συνήθως, σε μας φτάνει η αλήθεια έτσι όπως την αφηγείται πάντα κάποιο πρόσωπο. Ή και πρόσωπα. Και συνήθως, στην αφήγηση, θα παρουσιαστεί με το μικρότερο δυνατό κόστος, διατηρώντας το κύρος του αφηγητή. Η ευθιξία είναι μονόδρομος. Λαμπρά παραδείγματα του παρελθόντος εξηγούν...
"Σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι". Αναμενόμενο. Γιατί με τον τρόπο αυτό έμαθαν να υπάρχουν. Έμαθαν να υπάρχουν ο ένας στη ζωή του άλλου. 
Στο αντάμωμα πάνω, όλα καλώς θα κυλήσουν. Θα ειπωθούν όμορφες κουβέντες, απ' αυτές που αρέσει ν' ακούει ο ένας από το στόμα του άλλου. Όχι πως δεν τις νιώθουν, μα ένα παραπάνω που τις προσδοκούν. 
Στο χωρισμό απάνω όμως, είναι που ο καθένας φτιάχνει μιαν αλήθεια, ξέροντας πως υπάρχουν πάντα δύο. Αυτή που θα πει κι αυτή που ξέρει πως υπάρχει (κανείς δε γλιτώνει αργά ή γρήγορα απ' αυτή που υπάρχει). 
Και τότε, φτιάχνεται ο χρυσός κανόνας. Εκείνος που λέει πως η αλήθεια πρέπει να λέγεται με τον τρόπο που θα θίξει λιγότερο τον αφηγητή. Με τον τρόπο που "βιώνεται", αδιαφορώντας για το πως τη "βίωσε" το άλλο άτομο. 
Δυο άτομα βρίσκονται σε διαφορετικά μέρη, την ίδια χρονική στιγμή. Το άτομο "μηδέν" (πάντα μηδέν), αποφασίζει να φύγει από το μέρος στο οποίο βρίσκεται. Το άτομο "ένα" (πάντοτε ένα), διαβεβαιώνει το άτομο μηδέν πως θα περάσει να το πάρει. Η ώρα πολύ πρωινή, 4 τα ξημερώματα. Δίνουν ραντεβού για λίγο πιο κάτω, στις 4:15, του ίδιου ξημερώματος. Η ώρα στο σημείο συνάντησης είναι κιόλας 4:30 και το άτομο μηδέν ακόμη περιμένει. Το άτομο ένα δεν επικοινωνεί. Ή μάλλον, επιλέγει να μην επικοινωνήσει. Κι αυτό, διότι το άτομο μηδέν τηλεφωνεί και στέλνει μηνύματα, ρωτώντας το άτομο ένα που βρίσκεται και γιατί δεν έχει φανεί ακόμα (η ώρα είναι πολύ πρωινή). Δέκα λεπτά αργότερα, 4:40 του ίδιου ξημερώματος, το άτομο ένα ενημερώνει το άτομο μηδέν πως "έρχεται". 
Στο σημείο αυτό, το άτομο μηδέν, ανακαλώντας το χρόνο, ξέρει πως θα έπρεπε να έχει ήδη φύγει. Χωρίς ειδοποίηση. Έπρεπε απλώς να έχει φύγει. Όμως, το άτομο είναι μηδέν, γι' αυτό περιμένει. 
Η ώρα 4:50 στο ίδιο πάντα ξημέρωμα. Το άτομο ένα δε φαίνεται πουθενά. Το άτομο μηδέν τηλεφωνεί. Το άτομο ένα δεν απαντάει. Μετά από 5 λεπτά στέλνει μήνυμα λέγοντας πως "έρχεται". 
Στις 5 του ίδιου ξημερώματος και 45 λεπτά μετά το προκαθορισμένο ραντεβού, το άτομο ένα φτάνει αρκετά θυμωμένο. Το άτομο μηδέν δεν καταλαβαίνει. 
Μήνες αργότερα, θα μάθει πως το άτομο ένα, εκείνο το ξημέρωμα, εκμυστηρευόταν τα μυστικά μιας παράλληλης σχέσης, η οποία δημιουργήθηκε για να "ξεπεραστεί" το άτομο μηδέν. Μόνο που το μηδέν περίμενε. Και το μηδέν άργησε να μάθει, πως όσοι σε κάνουν να περιμένεις είναι αυτοί που δεν αξίζουν την αναμονή σου. 
Μια αποκατάσταση της αλήθειας ή μια αφήγηση από την αντίπερα όχθη. 
Τοξικός μπορεί να είναι ο άνθρωπος που λεκτικά θυμώνει, που λεκτικά μειώνει. Ο άνθρωπος εκείνος που πρακτικά εξαφανίζει, που δυνητικά καταστρέφει,
είναι ο εύθικτος. Αυτός που αντιμετωπίζει τους γύρω ως τοξικές απειλές για τη βαθιά ναρκισσιστική του φύση. 


Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

Για μια απαισιόδοξη μέρα

Πρώτος καφές της μέρας 
κι έχει η μέρα πια τελειώσει. 
Δε χάθηκε ξανά το φως 
μα κοντεύει να νυχτώσει. 
Κοιτάζεις τον καφέ στην κούπα 
και θαρρείς κι αυτός το κάνει. 
Δεν είναι που το νόημα δε βρίσκεις 
μα που αυτό όλο σε χάνει. 
Κι έτσι ο ήλιος δύει 
και το αύριο σε ζυγώνει
και δε σε νοιάζει αν το ορίζεις 
μα που λίγο λίγο σε τελειώνει.                                 

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

Η σημασία του να είσαι αόρατος


Ποτέ εσύ 
και πάντα οι άλλοι
Μία μόνο η στιγμή
κι η απόφαση μεγάλη. 
Δεν είναι ο χρόνος σχετικός 
μονάχα κύκλους φτιάνει 
κι όσα κι αν είδες δειλινά 
κανένα δε σου κάνει. 

Τρίτη 9 Ιουνίου 2015

Απέναντι είμαι

Νομίζουν πολλοί ότι είμαστε περαστικοί στις ζωές των άλλων, σαν τα αυτοκίνητα στις μεγάλες λεωφόρους. Μπορεί να 'μαστε, αλλά είμαστε και σταθερές για τις ζωές πολλών. Γιατί έτσι είναι, χωρίς να μπορείς να το εξηγήσεις εύκολα, ίσως και καθόλου. 
Νομίζουν πολλοί ότι είμαστε μακρυά, απέχουμε από τις ζωές τους. Κι είμαστε απέναντί τους, σιωπηλά μα κοντά. 
Νομίζεις μαμά, πως σε ξεχνάω, πως δε σε σκέφτομαι, πως έφυγα βιαστικά απόψε... αλλά είμαι στο απέναντι πάρκο μαμά. Κοντά σου. Κλαίω και σου γράφω. Δε ξέρω τι, τα μάτια μου είναι θολά και κόκκινα σαν τα κορδόνια των παπουτσιών μου. Θυμάσαι πως τα κοίταξες; Θυμάσαι πως με κοίταξες μαμά να μεγαλώνω; 
Κι εγώ δε ζήτησα ποτέ μου τίποτα. Ήμουν πάντα η δυνατή. Δεν έχω δύναμη μαμά. Δεν έφυγα μαμά... είμαι απέναντί σου. Δε θα το μάθεις ποτέ, αλλά δεν έφυγα, εδώ είμαι. Κοιτάζω τους περαστικούς. Καπνίζω μαμά. Ούτε αυτό θα το μάθεις ποτέ. Ποτέ δε σου είπα "πονώ", ποτέ δε σου είπα "χρειάζομαι". Όμως και πονώ και χρειάζομαι. Κι εσύ χρειάζεσαι, το ξέρω μαμά. Απλώνω να σου δώσω και δεν παίρνεις. Με διώχνεις μαμά. Αλλά δε φεύγω μαμά. Απέναντι είμαι...

Δευτέρα 20 Απριλίου 2015

Ήρθαν τα σύννεφα κι έφυγαν πάλι


Ήρθαν τα σύννεφα 
κι έφυγαν πάλι. 
Τόσο που δάκρυα έπεσαν 
κι έσβησαν πριν 
απ' τα μάτια κυλήσουν. 
Έτσι που ξέσπασες 
για να χαμογελάσεις ξανά. 
Ήρθαν τα σύννεφα 
κι έφυγαν πάλι. 

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015

Το σφυριχτό σου "Σ"


Σα να χορεύει πάνω η λέξη 
που στον άνεμο γλιστρά
στα χείλη αυτά επάνω. 
Σ' αυτά που διώχνουν τον καπνό 
σαν η βροχή τον ήλιο 
φέρνοντας τη δροσιά. 
Διαλέγοντας τις λέξεις 
να 'χουν σίγμα και σκοπό 
περνούν οι μέρες σαν τραγούδι. 
Στιχάκι σ' άκρη δειλινού 
που ένα ποίημα θα γυρεύει. 

Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

Αγλαονίκη


Κι εγώ που χρόνια τριγυρνώ 
σ' ατέλειωτα ξενύχτια 
μιλώντας μ' ουρανούς, 
μ' αστερισμούς ξεδιπλωμένους 
κι άλλους που φτιάχνω με το νου μου
δε μπόρεσα παρά να ερωτευτώ 
τους μαύρους κύκλους των ματιών σου.